Αναρρίχηση στη Φρύγανη

Μια απόδραση -είτε από το Αλκατράζ, είτε από την καθημερινότητα- περιέχει πάντα μπόλικες δόσεις αδρεναλίνης.

Αθήνα.

Την αγαπάμε, γιατί μας προσφέρει όλη αυτή τη δυναμική, ατέλειωτη αλυσίδα από εκπλήξεις που μόνο ο αστικός ιστός ξέρει να φιλοξενεί. Την αγαπάμε, γιατί πλαισιώνει τη ρουτίνα που έχουμε δημιουργήσει και που μοιραζόμαστε με αγαπημένα πρόσωπα. Αλλά, όπως συμβαίνει με όλα όσα είναι ρουτίνα, για να συνεχίσουμε να αγαπάμε την πόλη, χρειαζόμαστε όχι ένα αλλά πολλά παραθυράκια που να προσφέρουν ανάσες. Που να μπορούμε να τα σκαρφαλώσουμε για να το σκάσουμε, αναζητώντας την περιπέτεια. Που να μας χαρίζουν τη θέα ενός κόσμου που “παίζει” με άλλους κανόνες, που κυριαρχείται από άλλους ρυθμούς. Παράθυρα που να μας προσφέρουν συγκινήσεις, που να τρέφουν τις ονειροπολήσεις μας, που να μας αποκαλύπτουν νέες προκλήσεις, μέσα από τις οποίες θα ανακαλύψουμε, ξανά, τον εαυτό μας και το δικό μας ρυθμό.

Παράθυρα τέτοια υπάρχουν πολλά. Είναι πιο κοντά από όσο νομίζεις, αρκετά μεγάλα για να χωρέσουν κι εσένα και την παρέα σου (και το σκύλο σας μαζί), και αληθινά είναι κρίμα να τα αφήσεις κλειστά και να μην ανακαλύψεις τι σου επιφυλάσσουν στην άλλη πλευρά. Μια απόδραση -είτε από το Αλκατράζ, είτε από την καθημερινότητα- περιέχει πάντα μπόλικες δόσεις αδρεναλίνης. Η απόδραση που θα παρουσιαστεί μέσα από τις γραμμές που ακολουθούν, ωστόσο, διεκδικεί δίκαια μία από τις πρώτες θέσεις μεταξύ των outdoor activitiesκαι, μιλώντας από ίδια εμπειρία, αν τη δοκιμάσεις, θα κατακτήσει σίγουρα μια από τις πρώτες θέσεις στον κατάλογο και των δικών σου εμπειριών.

Αναρρίχηση.

Ναι, αναρρίχηση- και μάλιστα σε βράχο, σε ένα από τα (πολλά, όπως έμαθα) πανέμορφα πεδία που προσφέρει η ελληνική φύση. 

Πάμε να τα πάρουμε ένα ένα. Το μέρος που φιλοξένησε την πρώτη μου αναρριχητική εμπειρία (και που εύχομαι πραγματικά να φιλοξενήσει και μία αντίστοιχη δική σου) τα έχει όλα και συμφέρει. Πρόκειται για ένα αναρριχητικό πεδίο που βρίσκεται κοντά στην Αθήνα, απέχοντας μόλις 120 «γρήγορα» χιλιόμετρα εθνικής οδού. Είναι θρονιασμένο στην καρδιά ενός συγκλονιστικά όμορφου φυσικού περιβάλλοντος: αμπέλια, ελιές, θάμνοι και οπωροφόρα δέντρα συνθέτουν μια παλέτα με ειδυλλιακά, έντονα χρώματα – ειδικά το φθινόπωρο. Είναι περιτριγυρισμένο από πολλά γραφικά χωριά, με ξενώνες και φημισμένες ταβέρνες (το πιο κοντινό είναι το όμορφο χωριό Κεφαλάρι, μόλις 2χλμ από το πεδίο). Και -το κυριότερο- είναι εξαιρετικά προσεγμένο, καλοφτιαγμένο και καθαρισμένο με εξαιρετική φροντίδα. Αν μη τι άλλο, οι διαδρομές που προσφέρει το μέρος είναι σωστά ασφαλισμένες ώστε να σε ενθαρρύνουν να τις σκαρφαλώσεις on sight, ακόμα και αν είναι στο όριό σου, ενώ η διαβαθμισμένη τους δυσκολία προσφέρει ταυτόχρονα τη δυνατότητα των “πρώτων βημάτων” για τους άπειρους, αλλά και της ευχαρίστησης μιας καλής πρόκλησης για τους εμπειρότερους.

Δεν έχω σκοπό να παραμείνω κρυψίνους: όλα τα παραπάνω στοιχεία περιγράφουν το αναρριχητικό πεδίο της Φρύγανης. Μια εκτεταμένη ασβεστολιθική ορθοπλαγιά, που βρίσκεται στους ανατολικούς πρόποδες του όρους Ζήρεια και στις αρχές του οροπεδίου της λίμνης Στυμφαλίας, αποτέλεσε τον “καμβά” για να σχεδιαστεί και να δημιουργηθεί, χάρη σε μια ομάδα εραστών της αναρρίχησης, μια σειρά διαδρομών με βαθμολογίες που κυμαίνονται από 5b – 7b+, με την πλειονότητα στις μέσες βαθμολογίες 6a-6c. Η αναρρίχηση που προσφέρει το συγκεκριμένο πεδίο είναι κυρίως τεχνική και ισορροπιστική, με μεγάλη ποικιλία σε κινήσεις.

Η πρώτη μου επίσκεψη στο συγκεκριμένο πεδίο συνέπεσε με την πρώτη αναρρίχηση της ζωής μου. Διασχίζοντας το σύντομο μονοπάτι που οδηγεί στη ρίζα του βράχου της Φρύγανης και υψώνοντας τα μάτια, αντικρύσαμε έναν μεγάλο, κάθετο “τοίχο”. Μεριές- μεριές καμπυλωτός, αλλού στιλπνός και αλλού λιγότερο “συμπαγής”, ορθωνόταν στολισμένος με τρυπούλες, χαραγματιές και ρωγμές- που στη γλώσσα των αναρριχητών θα ακούσεις να τις αποκαλούν “τσέπες” ή “φλοίδες”. Μικρή αλλά πολύ γλυκιά λεπτομέρεια, οι μικρές κεραμικές ταμπελίτσες που δηλώνουν τα ονόματα των διαδρομών με τον πιο καλαίσθητο τρόπο.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή εξακολουθούσα να παραμένω στο στάδιο του θαυμασμού για τους τολμηρούς της παρέας, που ανυπομονούσαν να ξεκινήσουν, αλλά και για τους δύο αναρριχητές-οδηγούς που είχαμε μαζί μας και οι οποίοι άρχισαν να ανεβαίνουν σαν αίλουροι για να περάσουν τα σχοινιά στα βύσματα. Σχοινί, παπούτσια, κράνη, σετάκια και μποντριέ ήταν ο εξοπλισμός μας (όχι, δε θα σας περιγράψω τι είναι τι, γι’ αυτό υπάρχει το google). Θα μοιραστώ όμως μαζί σας την εμπειρία μιας ελαφρώς υψοφοβικής, άπειρης αναρριχήτριας (πάντα για μένα μιλάω), που ναι μεν είναι λάτρης της ορειβασίας, ουδέποτε όμως είχε εγκαταλείψει το έδαφος κατ’ αυτόν τον τρόπο. 

Καταρχάς, πριν έρθει η σειρά μου και επιχειρήσω την ανάβαση, είχα δει τρεις ολόκληρους ανθρώπους (τους οδηγούς μας δεν τους μετράω) να “απογειώνονται” και να προσγειώνονται εκ νέου στο έδαφος με απόλυτη ασφάλεια, μη σας πω και με χάρη, με μάτια που έλαμπαν από ενθουσιασμό κι ένα χαμόγελο παρόμοιο με αυτό που έχεις όταν σε πρωτοχτυπήσει ο έρωτας κατακούτελα.

“Μα τι ωραία που περνάνε τόσο καλά τα παιδιά, και κοίτα πόσο απλό το κάνουν να φαίνεται”! Η χαρά ήταν το κυρίαρχο συναίσθημα μέχρι να φτάσει η ώρα της δράσης. Από εκεί και πέρα, ακολούθησε μια πάλη μεταξύ ενθουσιασμού και ρεαλισμού (εδώ και χρόνια, συζώ με μια ελεγχόμενη ακροφοβία). 

Ας σας κουράσω λίγο λοιπόν με το προσωπικό μου ψυχογράφημα: Φοράω παπούτσια, ζώνομαι το μποντριέ, μαθαίνω ότι το διπλό οχτάρι είναι ο “ιερός κόμπος της αναρρίχησης” ενώ με δένουν, και ξεκινάω να ανέβω. Κι επειδή οι οδηγοί μας ήταν εκπληκτικοί και σε άφηναν να δοκιμάσεις την όλη κατάσταση πριν προχωρήσεις προς τα πάνω, διαπιστώνω ότι χάρη στο σχοινί, το μποντριέ και την εμπειρία τους, είμαι μια χαρά ασφαλής.

Εκπλήσσομαι και παίρνω μια ανάσα, οπότε κάπου εκεί αρχίζει ένα καταπληκτικό παιχνίδι τοποθέτησης χεριών και ποδιών στην επόμενη τσέπη/ τρύπα/ σχισμή. Το χαίρομαι σαν παιδί. Κάθε κίνηση παίρνει μάλλον τρία δευτερόλεπτα, αλλά ο χρόνος στην αναρρίχηση δεν μετράει το ίδιο. Όλα σου φαίνονται πιο σύνθετα και ταυτόχρονα πιο απλά, ενώ σύντομα συνειδητοποιείς ότι το κλειδί της υπόθεσης είναι ο χρόνος πριν κάθε επόμενη κίνηση: ο χρόνος που αφιερώνεις στο να σκεφτείς/ σχεδιάσεις/ αξιολογήσεις τι θα κάνεις. Εγώ είχα τη διαρκή βοήθεια του οδηγού, και πάλι το καταευχαριστήθηκα. Μόνο να υποθέσω μπορώ πόσο απολαυστικό πρέπει να είναι να το επεξεργάζεσαι όλο αυτό εσωτερικά, και με την αυτάρκεια που σου εξασφαλίζουν η εξάσκηση, η εξοικείωση κι η ανάπτυξη τεχνικής. 

Η αναρρίχηση απαιτεί υψηλή συγκέντρωση, χαρίζοντάς σου την απόλυτη επίγνωση σώματος και περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια του σκαρφαλώματος. Ταυτόχρονα όμως, τουλάχιστον στο στάδιο της εκμάθησης, αποτελεί την πιο ευθεία μετάφραση του “κράτα με να σε κρατώ, ν’ ανεβούμε το βουνό”. Οι φράσεις “Σ’ εσένα!” – “Σ’ εμένα!” είναι η ηχητική μορφή μιας συνεννόησης που μαρτυρά την αμφίδρομη εμπιστοσύνη και την υπευθυνότητα με την οποία συνδέονται τα δύο μέρη μιας ανείπωτης συμφωνίας: αυτός που σκαρφαλώνει αφήνεται στους σωστούς χειρισμούς του σχοινο-συντρόφου, του οδηγού, του δασκάλου του.

Προφανώς κι η πρώτη μου απόπειρα έφτασε μέχρι τα 4-5 μέτρα μόνο. Μεταξύ μας, μετά φοβήθηκα λίγο. Προφανώς και διαπίστωσα πόση πλάκα είχε η κατάβαση με αυτά τα μικρά πηδηματάκια που κάνεις κόντρα στο βράχο, χωρίς να κρατιέσαι από πουθενά. Προφανώς και με το που κατέβηκα ήθελα να το ξανακάνω την ίδια στιγμή και μόνο η ευγένεια με συγκράτησε από το να τους πω “μη με λύνετε, να το ξαναπάμε άλλη μία”. Προφανώς είμαι τρομερά περήφανη και ικανοποιημένη που το δοκίμασα, προφανώς έκτοτε καιροφυλακτώ για την επόμενη αναρριχητική εξόρμηση που θα μου επιτρέψει να το ξαναδοκιμάσω. Προφανώς και σας τα γράφω όλα αυτά για να έρθετε κι εσεις μαζί!

Γνώσεις που αποκόμισα εκτός της προσωπικής μου εμπειρίας:

  1. Όπως συμβαίνει με όλα τα outdoor activities, ένα από τα καλύτερα κομμάτια είναι η κοινή εμπειρία, οι συζητήσεις που κάνεις όσο θαυμάζεις και εμψυχώνεις την προσπάθεια του άλλου, οι απορίες, τα γέλια, το μοίρασμα.
  2. Η Ελλάδα είναι από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς αναρρίχησης, κι όσο πάει ανεβαίνει στην κατάταξη. Η χώρα μας είναι βραχώδης και έχει ατελείωτες κάθετες διαδρομές για σκαρφάλωμα.
  3. Η ελληνική αναρριχητική κοινότητα παραμένει ενεργή και παθιασμένη ήδη από τη δεκαετία του ‘80. Την τελευταία δεκαπενταετία, ωστόσο, το σχετικό ενδιαφέρον έχει αναθερμανθεί, στα πλαίσια μιας γενικότερης στροφής προς τις δραστηριότητες που μας επανασυνδέουν με τη φύση, αλλά και της ανάδειξης των δυνατοτήτων για περαιτέρω ανάπτυξη του αναρριχητικού τουρισμού. 
  4. Στο πεδίο της Φρύγανης είχε διοργανωθεί, το μακρινό 1986, μια από τις πρώτες αναρριχητικές συναντήσεις στην Ελλάδα, με συμμετοχή σχεδόν 40 αναρριχητών.

*It is forbidden to republish, use photographic material and anything else without the consent of the author.

Κείμενο © λ3 by Maria P. Kantani

Φωτογραφία © λ3 by Christos Tzoutis & Giannis Paraskevas

#lovenlivelife

Contact Us
Subscribe to Newsletter

Shopping cart0
Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι!
Συνέχεια Αγορών
0