Notes Of The Editor #03: Σαν Αφήσεις Πίσω τη Βωβούσα
Μερικά μέρη δεν τα αφήνεις ποτέ πίσω. Απλώς τα κουβαλάς μαζί σου — στις αναμνήσεις, στις λέξεις, στις επιστροφές. Η Βωβούσα είναι ένα απ’ αυτά.
Φεύγοντας απ’ τη Βωβούσα, με κατεύθυνση τα Γρεβενά, ανηφορίζεις τις δασικές στροφές. Το βλέμμα χάνεται ανάμεσα στις οξιές και τα έλατα, ώσπου φτάνεις στο διάσελο. Εκεί που δεξιά ο δρόμος οδηγεί προς τον πυρήνα της Βάλια Κάλντα. Το υψόμετρο αγγίζει τα 1500 μέτρα. Οι στάνες σκορπισμένες στις πλαγιές, τα πρόβατα να σε αποχαιρετούν σαν γνώριμοι φίλοι.
Εκεί ξεκινούν να ξυπνούν οι εικόνες.
Αφήνεις πίσω τη Βωβούσα, μα την κουβαλάς μαζί σου.
Αλλάζεις νομό — μα δεν αλλάζει η καρδιά. Ό,τι έζησες, ό,τι ένιωσες, μένει.
Στην υγεία, λοιπόν, των φίλων που ήρθαν παρέα μας,
και των φίλων που έκανες στο Καταφύγιο.
Στις βουτιές στη Βάλια Σάσα, στις βάθρες στο Αρκουδόρεμα.
Στην εξερεύνηση στον Λάκκο του Παπά, στην ανάβαση στο Αυγό — και στην κατάβαση που φάνταζε ατέλειωτη.
Στο γάργαρο νερό των πηγών, στο μαγεμένο δάσος της Αγίας Παρασκευής.
Στις ταινίες στην αυλή της εκκλησίας, στην έκθεση στον νερόμυλο, στα κλαρίνα που περπατούσαν σαν άνθρωποι.
Στις συζητήσεις, στα τσίπουρα, στην προβατίνα που μοσχομύριζε.
Στον μανάβη που ερχόταν με τα φρούτα το πρωί.
Στην αυλή του Καταφυγίου, στον Κώστα και στον Γιώργο.
Στο Φεστιβάλ, στον Καμίλο και την παρέα του.
Στις μπύρες, στην ανεμελιά, στο ρολόι που αφήσαμε πίσω.
Στα φύλλα που μαζέψαμε, στην απογευματινή μπόρα που μύριζε τον κόσμο.
Στα χαμόγελα, στις πρωινές διατάσεις, στις απλωτές στο ποτάμι.
Στις νεράιδες και τα ξωτικά.
Στις αρκούδες… που δεν είδαμε.
Αυτές οι μνήμες, αυτή είναι η Βωβούσα.
Αυτός είναι ο λόγος που θα επιστρέφουμε.
Για να ζούμε ξανά τα καλοκαίρια εκεί.
Για να διαβάζουμε ένα βιβλίο στην άκρη.
Για να γράφουμε τις επόμενες σελίδες με λόγια δικά μας.

